dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
μοιράζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
teilen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
μοιράζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verteilen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μοιράζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geben
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)