dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
θιασώτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anhänger
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
υποστηρικτής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anhänger
Ⓦ
Ⓖ
…
οπαδός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Anhänger
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ρυμούλκα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anhänger
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
θαυμαστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anhänger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
τρέιλερ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anhänger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
φόλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anhänger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
νταλίκα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anhänger
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ρεμούλκα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anhänger
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)