dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
καθαρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
σκουπίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
λουστράρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
πλένω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
γυάλισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παστρεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
στίλβωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
στιλβώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σφουγγαρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
σφουγγάρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)