dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
πλένω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
waschen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
πλένω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abwaschen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
πλένω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
putzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πλένω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
spülen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)