dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ανώμαλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unregelmäßig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ακανόνιστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unregelmäßig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
ακανόνιστα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unregelmäßig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αραιός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unregelmäßig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
άρρυθμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unregelmäßig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
άτακτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unregelmäßig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διαλείπων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unregelmäßig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)