dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
μπόλιασμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Pfropfen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μπολιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
pfropfen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
τάπα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pfropfen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
φελλός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Pfropfen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)