dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
διαλευκαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklären
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
κάνω αναγνώριση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklären
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
διαπαιδαγωγώ σεξουαλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklären
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
εξηγώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklären
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αιθριάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklaren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διασαφηνίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklären
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εξιχνιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklären
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φωτίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklären
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαφωτίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklären
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)