dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
διαλευκαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklären
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαλευκαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beleuchten
Ⓦ
Ⓖ
…