dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
αμφίεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ankleiden
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ντύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ankleiden
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ντύσιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ankleiden
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)