dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ενέργεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wirkung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ισχύς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wirkung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
δράση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wirkung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
επενέργεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wirkung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
αιτιατό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wirkung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
γοητεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wirkung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επίδραση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wirkung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
συνέπεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wirkung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
δράμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wirkung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)