dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
κοντραμπάντο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schmuggel
Ⓦ
Ⓖ
…
λαθρεμπόριο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schmuggel
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)