dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
λοβός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ohrläppchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λοβός αυτιού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ohrläppchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
πτερύγιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ohrläppchen
Ⓦ
Ⓖ
…