dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
σφάλμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Irrtum
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
λάθος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Irrtum
Ⓦ
Ⓖ
…
γκάφα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Irrtum
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πλάνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Irrtum
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
απάτη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Irrtum
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)