dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αυτοψία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Inspektion
Ⓦ
Ⓖ
…
εξέταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Inspektion
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
επιθεώρηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Inspektion
Ⓦ
Ⓖ
…
εποπτεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Inspektion
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
εφορεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Inspektion
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
έλεγχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Inspektion
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
σέρβις
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Inspektion
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
τεχνικός έλεγχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Inspektion
Ⓦ
Ⓖ
…