dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
κατασκευαστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Hersteller
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
παραγωγός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Hersteller
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
ο
κατασκευαστής ημιαγωγών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Halbleiterhersteller
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
κατασκευαστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Hersteller.
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
οι
πληροφορίες κατασκευαστή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Herstellerangaben
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κατασκευάστρια εταιρεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Herstellerfirma
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ευθύνη του παραγωγού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Herstellerhaftung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κατασκευάστρια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Herstellerin
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
οινοποιός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Weinhersteller
Ⓦ
Ⓖ
…