dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
γκαράζ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Garage
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σταθμός αυτοκινήτων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Garage
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)