dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
επιστασία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufsicht
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
εποπτεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufsicht
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
παρακολούθηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufsicht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κάτοψη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufsicht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επιτήρηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufsicht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διεύθυνση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufsicht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επίβλεψη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufsicht
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)