dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entwickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zusammenrollen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufrollen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einwickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufwickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlingen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verpacken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einpacken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
legen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
um den Finger wickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
umwickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verwickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
spulen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
ξετυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abspulen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξετυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abwickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ξετυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufrollen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ξετυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausbreiten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξετυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausrollen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
περιτυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einpacken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
περιτυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einwickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τυλίγω μπλέκω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlingen
Ⓦ
Ⓖ
…