dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
τυλίγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
φασκιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wickeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)