dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
συσκευή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μηχανισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
αμυντικός μηχανισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Abwehrvorrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διάταξη σφράγισης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Feststellvorrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σύστημα οδήγησης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Lenkvorrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
αντιρρυπαντική διάταξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Reinhaltungsvorrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
λιπαντήρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schmiervorrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προστασία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schutzvorrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
συστήματα ασφαλείας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sicherheitsvorrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
πυροδοτικός μηχανισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Zündvorrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…