dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κρίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
αποτείνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
δικάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
εκδικάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αποτίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διευθύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ευθυγράμμιση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ισάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ισιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κατευθύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προσηλώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σιάχνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
στοιχίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φτιάχνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
στρέφω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διορθώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εκδίκαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ευθυγραμμίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κανονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεστομίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απευθύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
richten
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)