dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
όμορφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hübsch
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
όμορφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schön
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
όμορφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
attraktiv
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
όμορφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wunderschön
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
όμορφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
fesch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)