dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
χριστιανός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Christ
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
χριστιανός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
christlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)