dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
φύλακας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wächter
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
φύλακας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Hüter
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
φύλακας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wärter
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
φύλακας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Aufseher
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
φύλακας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Beschützer
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)