dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
φωτογράφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fotograf
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
φωτογράφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Photograph
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
φωτογράφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fotografin
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)