dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
natürlich
Ⓦ
Ⓖ
…
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Natur-
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Physiker
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
normal
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
naturbelassen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
naturwissenschaftlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
physikalisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Physikerin
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ιατρ. ιστ.
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
physisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unbearbeitet
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ungekünstelt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φυσικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ungezwungen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)