dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
φρουρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Garnison
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
φρουρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wache
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
φρουρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Besatzung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
φρουρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Garde
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)