dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
φορά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Mal
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
φόρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gewalt
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
φόρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anlauf
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
φορά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lauf
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
φόρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schwung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
φορά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anlauf
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)