dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
υπέρταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bluthochdruck
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
υπέρταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hochdruckkrankheit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
υπέρταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
hoher Blutdruck
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
υπέρταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hypertonie
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
υπέρταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Überspannung
Ⓦ
Ⓖ
…