dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
υλοτομία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Abholzung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
υλοτομία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Holzeinschlag
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
υλοτομία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Holzfällen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
υλοτομία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Holzschlag
Ⓦ
Ⓖ
…