dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
τρίποδας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Dreibein
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
τρίποδας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Stativ
Ⓦ
Ⓖ
…