dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
τενεκές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Blechdose
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
τενεκές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Blech
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
τενεκές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Blechbüchse
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
τενεκές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Flasche
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
τενεκές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Nichtsnutz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
τενεκές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Niete
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
τενεκές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kanister
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)