dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
ταμπόν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Tampon
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ταμπόν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bausch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ταμπόν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Stempelkissen
Ⓦ
Ⓖ
…