dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
τάρανδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Ren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
τάρανδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Rentier
Ⓦ
Ⓖ
…