dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
σχηματίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bilden
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
σχηματίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gestalten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
σχηματίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
formen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
σχηματίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
konstituieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σχηματίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gestalten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σχηματίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zeichnen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σχηματίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gründen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)