dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
συμβόλαιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Vertrag
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
συμβόλαιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kontrakt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)