dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
συγχωρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entschuldigen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
συγχωρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verzeihen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συγχωρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vergeben
Ⓦ
Ⓖ
…