dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
σπαραγμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schmerz
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
σπαραγμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Zappeln
Ⓦ
Ⓖ
…