dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
σούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sauferei
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
σούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Saufgelage
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Falte
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)