dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
σολομός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lachs
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
σολομός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Salm
Ⓦ
Ⓖ
…