dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
σκληρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hart
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
σκληρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
heftig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
σκληρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
steinhart
Ⓦ
Ⓖ
…
σκληρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zäh
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
σκληρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
belastbar
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σκληρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
grausam
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σκληρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
knallhart
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
σκληρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unbarmherzig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)