dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
πυξίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dose
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πυξίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kompass
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πυξίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Büchse
Ⓦ
Ⓖ
…