dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
πταίσμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Bagatelldelikt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
πταίσμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fehler
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
πταίσμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Vergehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)