dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ποιότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Qualität
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ποιότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Beschaffenheit
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)