dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίρρημα
πετυχημένα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erfolgreich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
πετυχημένα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gelungen
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
πετυχημένα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
treffend
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
πετυχημένα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wohlgeraten
Ⓦ
Ⓖ
…