dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
πετρώδης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
steinig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πετρώδης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Stein-
Ⓦ
Ⓖ
…