dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
ξεφύλλισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Durchblättern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ξεφύλλισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Entblättern
Ⓦ
Ⓖ
…