dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ξεκουραστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entspannend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ξεκουραστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erholsam
Ⓦ
Ⓖ
…