dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
ξαναζωντανεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auferstehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξαναζωντανεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beleben
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξαναζωντανεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wieder zu Kräften kommen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξαναζωντανεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich erholen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξαναζωντανεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wiederbeleben
Ⓦ
Ⓖ
…