dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
νυχτικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schlafanzug
Ⓦ
Ⓖ
…
!
νυχτικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Nachthemd
Ⓦ
Ⓖ
…